Δεκέμβρης 1944 (17)

Ο Φιντέλ θα ζει παντοτινά. Ο Φιντέλ είναι αθάνατος

Έφοδος στις Μονκάδες τ’ Ουρανού!: Fidel vivirá para siempre! Fidel es inmortal! - Ο Φιντέλ θα ζει παντοτινά! Ο Φιντέλ είναι αθάνατος!
Φιδέλ: Ένα σύγγραμμα περί ηθικής και δυο μεγάλα αρχίδια στην υπηρεσία της ανθρωπότητας (Ντανιέλ Τσαβαρία)
* Φιντέλ: Αυτός που τους σκλάβους ανύψωσε στην κορφή της μυρτιάς και της δάφνης
* Πάμπλο Νερούδα: Φιντέλ, Φιντέλ, οι λαοί σ’ ευγνωμονούνε * Νικολάς Γκιγιέν: Φιντέλ, καλημέρα! (3 ποιήματα)
* Ντανιέλ Τσαβαρία: Η Μεγάλη Κουβανική Επανάσταση και τα Ουτοπικά Αρχίδια του Φιδέλ * Ντανιέλ Τσαβαρία: Ο ενεργειακός βαμπιρισμός του Φιδέλ * Ραούλ Τόρες: Καλπάζοντας με τον Φιντέλ − Τραγούδι μεταφρασμένο - Video * Χουάν Χέλμαν: Φιντέλ, το άλογο (video)


Κάρλος Πουέμπλα - Τρία τραγούδια μεταφρασμένα που συνάδουν με τη μελωδία:
* Και τους πρόφτασε ο Φιντέλ (Y en eso llego Fidel) − 4 Video − Aπαγγελία Νερούδα * Δεν έχεις πεθάνει Καμίλο (Canto A Camilo) * Ως τη νίκη Κομαντάντε (Hasta siempre Comandante)
* Τα φρούρια του ιμπεριαλισμού δεν είναι απόρθητα: Μικρή ιστορική αναδρομή στη νικηφόρα Κουβανική Επανάσταση και μέχρι τις μέρες μας ‒ Με αφορμή τα 88α γενέθλια του Φιντέλ ‒ Εκλογικό σύστημα & Εκλογές - Ασφάλεια - Εκπαίδευση - Υγεία (88 ΦΩΤΟ) * Φιντέλ

Δευτέρα 26 Μαΐου 2014

Πάολο και Βιτόριο Ταβιάνι: Ο Καίσαρας πρέπει να πεθάνει ή Έγκλημα και εξουσία ‒ ΤΑΙΝΙΟΡΑΜΑ 2014 ‒ Επίμετρο: Συνεντεύξεις, βιογραφικά, φιλμογραφία, λοιπά (Κατεβάστε από εδώ)

«Για εμάς το να κάνουμε ταινίες έχει νόημα όταν ανακαλύπτουμε κάτι που δεν έχουμε ξαναδεί στη μεγάλη οθόνη».
Βιτόριο Ταβιάνι
 
ΠΑΟΛΟ ΚΑΙ ΒΙΤΟΡΙΟ ΤΑΒΙΑΝΙ
Ο Καίσαρας πρέπει να πεθάνει
Η εξουσία και το έγκλημα, η ελευθερίας και η τέχνη μέσα από το βλέμμα βαρυποινιτών καταδίκων κατά τις πρόβες τους στον «Ιούλιο Καίσαρα» του Σαίξπηρ, σε μια φυλακή υψίστης ασφαλείας κοντά στη Ρώμη.
 Χρυσή Άρκτος Καλύτερης Ταινίας στο 62ο Φεστιβάλ Βερολίνου 2012
Βλέπε και από Μποτίλια το ΑΦΙΕΡΩΜΑ στην ΑΜΑ, στους Στεργιάκηδες και στο ΑΣΤΥ:
3 μπομπίνες την ημέρα, το γιατρό τον κάνουν πέρα: ΤΑΙΝΙΟΡΑΜΑ 2014 (34+9 φωτό) – Και ένα επίμετρο Ιστορικής Μνήμης
Cesare Deve Morire (2012)
 Τρέιλερ


Κριτική: Τζία Γιοβάνη
Ταινία παρακαταθήκη. Μέγιστη και χρήσιμη τέχνη! Σπάνιο πράγμα στις μέρες των μεγάλων σκουπιδιών...
Άξιοι υπόκλισης οι αδελφοί Ταβιάνι ‒ως μία και αδιαίρετη οντότητα‒ που σε πείσμα των καιρών, εξακολουθούν να πορεύονται με απόλυτη συνέπεια το δύσβατο μονοπάτι των μοναχικών τους ποιοτικών επιλογών στο πεδίο του αφηγηματικού σινεμά. Οι Ταβιάνι έδωσαν μεγάλα έργα που μπήκαν στην Ιστορία του κινηματογράφου. Ταινίες συναρπαστικές και αξέχαστες: «Ο ΣΑΝ ΜΙΚΕΛΕ ΕΙΧΕ ΕΝΑΝ ΚΟΚΟΡΑ» «ΑΛΛΟΝΖΑΝΦΑΝ» «ΠΑΝΤΡΕ ΠΑΝΤΡΟΝΕ» που όσοι τις γνώρισαν στις μέρες της δόξας τους, αισθάνονται ευνοημένοι από την τύχη.
Salvatore Striano (Bruto), Giovanni Arcuri (Cesare)
Οι ογδοντάχρονοι δημιουργοί, επανέρχονται τολμηροί και σφριγηλοί όσο ελάχιστοι σήμερα.
Τολμούν να βάλουν το σαιξπηρικό θεατρικό «Ιούλιος Καίσαρας» σε έναν χώρο τιμωρίας και να μετατρέψουν την προετοιμασία της παράστασης σε μεγάλο σινεμά που, μέσα από την αφαίρεση, ψάχνει την αλήθεια του κλασικού κειμένου στους ανθρώπους που γνωρίζουν από βία, μέσα από μια φόρμουλα ουδόλως «απλή» και διάσπαρτη παγίδες...
Με μια γρήγορη ματιά, η μορφή της ταινίας θα χαρακτηριζόταν docufiction, δηλαδή, ντοκιμαντέρ μυθοπλασίας.
Giovanni Arcuri (Cesare), Vincenzo Gallo (Lucio)
Στην πραγματικότητα, πρόκειται για καθ' ολοκληρία μυθοπλασία, στη βάση μιας συγκεκριμένης άποψης για το θεατρικό ανέβασμα που εντάσσεται στην ιδιαιτερότητα του συγκεκριμένου χώρου, σε έναν «κόσμο» που καθορίζει η ματιά των δημιουργών.
Ενώ, μάλιστα, η θεατρική παράσταση καθαυτή υποτάσσεται στις συμβάσεις της τέχνης του θεάτρου, το υλικό της προετοιμασίας της παράστασης οργανώνεται σύμφωνα με τους κανόνες και τις συμβάσεις της τέχνης του κινηματογράφου.
Η ταινία ανοίγει με υπέροχα χρώματα, βαθύ πορφυρό, υποβλητικό ίντιγκο...
Είναι η θεατρική παράσταση σε εξέλιξη, κοντά στο φινάλε, πάνω στη σκηνή της μεγάλης κατάμεστης αίθουσας των φυλακών υψίστης ασφαλείας, Ρεμπίμπια, της Ρώμης.
Οι ηθοποιοί μετά το θερμό χειροκρότημα του κοινού οδηγούνται από τους φύλακες πίσω στα κελιά τους. Έξι μήνες πριν έχει που γεννήθηκε το θεατρικό αυτό project και κατά την διάρκεια της προετοιμασίας και των προβών η εικόνα θα αποτυπώνεται σε μια υπέροχη ασπρόμαυρη ψηφιακή γκάμα...
Πρώτο βήμα η στενή συνεργασία των Ταβιάνι με τον θεατρικό σκηνοθέτη Φάμπιο Καβάλι που, για 10 ολόκληρα χρόνια, δουλεύει με τους φυλακισμένους της Ρεμπίμπια. Μετά, η οντισιόν και η επαφή με το κείμενο...
Οι ηθοποιοί που, μετά από οντισιόν, επιλέχθηκαν να ερμηνεύσουν τους ρόλους του Βρούτου, του Κάσιου, του Μάρκου Αντώνιου, των υπόλοιπων συνωμοτών και του Καίσαρα... είναι έγκλειστοι στην Ρεμπίμπια κι εκτίουν ποινές για εμπορία ναρκωτικών, ανθρωποκτονία, μαφιόζικη δράση, υπάρχουν ακόμα και ισοβίτες...
«Το έργο φάνηκε σαν η ιδανική επιλογή», λένε οι Ταβιάνι.
Πράγματι, στο κλασικό κείμενο που δεν σημαδεύει παρά μια ώριμη καλλιτεχνική συνείδηση, βρίσκονται παρόντα τα μεγάλα αιώνια θέματα: εξουσία, προδοσίες, δολοφονίες, θάνατοι...
Θέματα οικεία σε ανθρώπους που σχετίζονταν με τη μαφία, την καμόρα κι άλλες εκδοχές του οργανωμένου εγκλήματος.
Άνθρωποι που το παρελθόν τους βαραίνουν αδικήματα κι εγκλήματα, άνθρωποι προσβεβλημένοι με κατακρεουργημένες σχέσεις. Όλα αυτά, φορτίζουν την ερμηνεία των ρόλων, ερμηνεία που αρθρώνεται δυνατά και νηφάλια και πάλλεται από συναίσθημα και αυθεντικές αλήθειες. Οι στίχοι του έργου γίνονται ένα με την καθημερινότητα των έγκλειστων σαν να είναι οι σκέψεις τους, το ασυνείδητό τους, η ζωή τους... γιατί καθένας τους κουβαλά κρίματα που ζητούν εξιλέωση... Η πορεία είναι μακρά, φόβοι, ελπίδες, παιχνίδι...
Η χρήση των διαλέκτων υπήρξε σκηνοθετική επιλογή που ουδόλως φτώχυνε το λόγιο κλασικό κείμενο, αντίθετα του πρόσθεσε υπεραξία αλήθειας...
Κάθε ηθοποιός θα χρησιμοποιούσε τη διάλεκτο της ντοπιολαλιάς του. Η ταπεινή διάλεκτος, όμως, βαλμένη σε στόμα προσώπου ευγενούς, μεταμορφωνόταν σε εξευγενισμένο λόγο που έκανε την αλήθεια ελκυστική και έδινε στον ταπεινό ερμηνευτή την προϋπόθεση να κατανοήσει τα μέγιστα το κείμενο ώστε να μπορέσει να αφεθεί στη βαθύτερη εξερεύνηση του ρόλου όσο και του δράματος. «Εγώ καταλαβαίνω τι θέλει να πει ο Σαίξπηρ ‒λέει κάπου ο Βρούτος‒ μα με ποιο τρόπο θα το δώσω στους θεατές να το καταλάβουν;»
Ο Βρούτος αρχίζει να θέτει γενικά ερωτήματα που άπτονται της θεωρίας της τέχνης, της εσωτερικής σπουδής του έργου τέχνης και του τρόπου ύπαρξής του.
Μόνιμα αιωρούμενοι οι Ταβιάνι ανάμεσα στον εαυτό τους και τον Μπρεχτ, δε θέλουν να απαρνηθούν τις συμβάσεις που διέπουν τη σύνθεση του καλλιτεχνικού έργου και να αφεθούν σε στιγμές καθαρής τεκμηρίωσης.
Αυτή η αισθητική ανάγκη τους στρέφει εναντίον του ντοκουμέντου, το οποίο κατακερματίζουν και ανασυνθέτουν μέσα από τα υποκειμενικά τους μέτρα.
Η σφραγίδα του δημιουργού παρούσα, βαριά και επεμβατική, δεν αφήνει - και δεν πρέπει να αφήνει - τίποτα στην τύχη του και χωρίς καθοδήγηση...
Η μουσική του Τζουλιάνο Ταβιάνι, στοιχείο εκφραστικό, συμβάλλει εσωτερικά στην ανάπτυξη του θέματος (το crescendo που συνοδεύει τον προαυλισμό των κρατουμένων) αλλά και στη μέθεξη, ενώ η μουσική δομή και τούτης της ταινίας υποβάλλει τους όρους της στο υλικό και γεννά εκκρεμότητες στιγμιαίας αποστασιοποίησης, υπό τη μορφή χορικών τραγωδίας - σχολιασμός για τα δρώμενα στο έργο από τους κρατούμενους που κρέμονται από τα παράθυρα των κελιών - ή/και - σχολιασμός των φυλάκων για αντίστοιχα δρώμενα...
Η βαθιά διαπαιδαγωγική ταινία των Πάολο και Βιτόριο Ταβιάνι μοιάζει με μεθοριακό έδαφος ανάμεσα στον κινηματογράφο, το θέατρο, την αναζήτηση νοήματος μέσα από την τέχνη, την αναζήτηση νοήματος στην τέχνη...
«Από τότε που γνώρισα την τέχνη το κελί μου έγινε μια φυλακή», λέει ένας κρατούμενος που δεν τον χωράει πια ο τόπος, ενώ ένας άλλος που διαβάζει μανιωδώς το «De Bello Gallico» του Ιούλιου Καίσαρα αναφωνεί: «Φαντάσου ότι στο σχολείο το εύρισκα ανιαρό»...
Ποιητικότητα ουδόλως αποσπασμένη από το ρεαλισμό σε ένα εκπληκτικής «λογοτεχνικότητας» φιλμικό κείμενο παρακαταθήκη των μεγάλων κινηματογραφιστών:
Στεγνό, καθαρό και έντονο, υποχρεώνει σε συμμετοχή.
Ένα αριστούργημα... που θα έπρεπε να προβάλλεται σαν υποχρεωτική ύλη, και να συζητιέται σε σχολεία πρωτίστως, σε φυλακές, αλλά και όπου αλλού...
Παίζουν: Κόζιμο Ρέγκα, Σαλβατόρε Στριάνο, Βιντσέντσο Γκάλο, Τζιοβάνι Αρκούρι, Αντόνιο Φράσκα, κ.ά.
Παραγωγή: ΙΤΑΛΙΑ (2012)
___________________________

 Από torrents

Οι ελληνικοί υπότιτλοι: Cesare Deve Morire 2012 iTALiAN DVDRip XviD-C0P [EDiT]

 ***

ΕΠΙΜΕΤΡΟ
 

1. Οι Πάολο και Βιτόριο Ταβιάνι μιλούν
στον Μανώλη Κρανάκη

FLIX, 27/9/2012

Γράφει ο Μανώλης Κρανάκης

Συναντήσαμε τους αδερφούς Ταβιάνι στο Βερολίνο στα μισά της 62ης Berlinale τον περασμένο Φεβρουάριο, λίγο πριν το «Ο Καίσαρας Πρέπει να Πεθάνει» κερδίσει μια από τις πιο δίκαιες Χρυσές Αρκτους στην ιστορία του Φεστιβάλ.

Εμείς τους αντιμετωπίσαμε με δέος για το παρελθόν τους.

Αυτοί, το μόνο που ήθελαν ήταν να μιλήσουν για το παρόν και το μέλλον τους.Η συνάντηση με τους αδερφούς Ταβιάνι τον περασμένο Φεβρουάριο στο πλαίσιο του 62ου Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου ήταν αποκαλυπτική.
Στην ένατη δεκατία της ζωής τους (ο Πάολο είναι 81 και ο Βιτόριο 83 ετών), είναι γεμάτοι ενεργητικότητα, χιούμορ και μια κατασταλλαγμένη άποψη για τη ζωή και το σινεμά.

Σαν να μην πέρασαν ποτέ έξι δεκαετίες από τότε που ξεκίνησαν να κάνουν σινεμά στις αρχές της δεκαετίας του '60. Σαν να μην υπήρξαν ποτέ αυτοί που έσωσαν το ιταλικό σινεμά, μετά το αναπόφευκτο τέλος του νεορεαλισμού με μια σειρά κλασικών και πολυβραβευμένων στα Φεστιβάλ του κόσμου ταινιών. 

Σαν το «Ο Καίσαρας Πρέπει να Πεθάνει» (κριτική του Μανώλη Κρανάκη), που λίγες μέρες μετά τη συνάντηση μας θα δικαίωνε τον τίτλο του αδιαφιλονίκητου φαβορί για τη Χρυσή Αρκτο (Berlinale 2012), να ήταν η πρώτη τους ταινία.
 
Και συμπληρώνοντας ο ένας τις φράσεις του άλλου, μίλησαν στο Flix για για το πώς ξεκίνησε η ιδέα μιας κινηματογραφημένης παράστασης του «Ιουλίου Καίσαρα» από τους τρόφιμους μιας φυλακής υψίστης ασφαλείας, για την πολιτική κατάσταση της Ιταλίας σήμερα, για τους άλλους «αδερφούς» του παγκόσμιου σινεμά, για το πώς μετά από τόσα χρόνια παραμένουν φίλοι, συνεργάτες και συνοδοιπόροι στη μεγάλη περιπέτεια του σινεμά. 


Σίγουροι πως το σινεμά και η Τέχνη δεν μπορούν να αλλάξουν τον κόσμο, αλλά μπορούν να βοηθήσουν να κάνουμε τη ζωή μας καλύτερη. 

Για τη σχέση της ταινίας με την πολιτική κατάσταση στην Ιταλία σήμερα
 
Πάολο Ταβιάνι: Είμαστε πολύ λιγότερο «πολιτικοί» απ' όσο οι κριτικοί θέλουν να πιστεύουν για το έργο μας. Οταν ξεκίνησαμε αυτό το πρότζεκτ και αρχίσαμε την παραγωγή του, το πολιτικό σκηνικό στην Ιταλία δεν είχε αλλάξει. Πρωθυπουργός ήταν ακόμη ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι. Δεν σκεφτήκαμε τη νέα κατάσταση, απλά ελπίζαμε να αλλάξει κάποια στιγμή το σκηνικό στην διακυβέρνηση της Ιταλίας.

Δεν κάνουμε ταινίες με σκοπό να αποδείξουμε μια θέση ή να διαδώσουμε πολιτικά και κοινωνικά μηνύματα. Πιστεύουμε ότι όλοι μας είμαστε πολιτικά όντα και πως κάθε ταινία είναι αποτέλεσμα τύχης. Σε αυτήν την περίπτωση αυτό που συνέβη ήταν ότι ένα φίλος μας πρότεινε να πάμε στις φυλακές Ρεμπίμπια, στα προάστια της Ρώμης, για να παρακολουθήσουμε τη θεατρική παράσταση μιας ομάδας φυλακισμένων της πτέρυγας υψίστης ασφαλείας των φυλακών.

Αποφασίσαμε να πάμε, και παρόλο που ήμασταν σκεπτικοί για το τι θα αντιμετωπίσουμε. συγκλονιστήκαμε από το θέαμα. Ενας σαραντάχρονος φυλακισμένος απήγγειλε αποσπάσματα από την «Κόλαση» του Δάντη και πριν ξεκινήσει δήλωσε πως «εμείς οι κρατούμενοι μπορούμε να καταλάβουν καλύτερα τι σημαίνει να υποφέρεις για την αγάπη και την απελπισία του να μην μπορείς να ζήσεις τον έρωτα σου. Βρισκόμαστε μακριά από τις γυναίκες μας, τις αρραβωνιαστικές μας, τους ανθρώπους που αγαπάμε και δεν ξέρουμε αν θα μας περιμένουν όταν βγούμε από δω».

Οταν ξεκίνησε να απαγγέλει με τη ναπολιτάνικη προφορά του, συνειδητοποιήσαμε ότι μέσα από τη διάλεκτο του οι στίχοι του Δάντη έπαιρναν ένα καινούριο νόημα.

Αυτό μας βοήθησε να καταλάβουμε ότι αν θέλαμε να κάνουμε μια ταινία για αυτούς τους κρατούμενους να ανεβάζουν μια παράσταση του «Ιούλιου Καίσαρα» του Γουίλιαμ Σαίξπηρ θα έπρεπε να τους αφήναμε ελεύθερους να μιλάει ο καθένας στη δική του διάλεκτο. Γι' αυτό το λόγο άλλωστε διαλέξαμε και τον «Ιούλιο Καίσαρα», γιατί μέσα του βρίσκονται με κάποιο τρόπο συγκεντρωμένα όλα τα θέματα που αφορούν έναν φυλακισμένο. 

Για την αρμονική σχέση και συνεργασία τους και το χρόνο που περνάει

Βιτόριο Ταβιάνι: Εκτός από τις μέρες που είμαστε σε γύρισμα, συναντιόμαστε τα πρωινά και συζητάμε για όσα μας απασχολούν, τι διαβάσαμε στις εφημερίδες και τα επόμενα μας σχέδια. Το απόγευμα δεν τηλεφωνιόμαστε ποτέ.

Το καλοκαίρι κάνουμε χωριστές διακοπές, μοιραζόμαστε το εξοχικό μας στη Σικελία, ο ένας πηγαίνει με την οικογένεια του τον Ιούλιο και ο άλλος τον Αύγουστο. Χρειαζόμαστε να είμαστε χωριστά. Αλλά το σινεμά είναι πάντοτε μια υπέροχη περιπέτεια και δεν υπάρχει πιο ωραίος τρόπος από το να το μοιράζεσαι με κάποιον.

Υπάρχουν πολλές ιστορίες που θέλουμε να πούμε και δεν μπορεί παρά να είναι ευτυχία να έχεις δίπλα σου έναν συνοδοιπόρο που εκτιμάς και σέβεσαι. Για εμάς το να κάνουμε ταινίες έχει νόημα όταν ανακαλύπτουμε κάτι που δεν έχουμε ξαναδεί στη μεγάλη οθόνη.

Τι άλλο να προσθέσω; Το σινεμά ξεκίνησε με τους αδερφούς Λιμιέρ και μετά από εμάς υπήρξαν πολλά αδέρφια που μας μιμήθηκαν: οι αδερφοί Νταρντέν, οι αδερφοί Κοέν... Με κάποιο τρόπο γίναμε το παράδειγμα!
Για το αν το σινεμά και η Τέχνη μπορούν να αλλάξουν τον κόσμο

Πάολο και Βιτόριο
Πάολο Ταβιάνι: Οχι, αλλά είναι σίγουρα ο κόσμος που αλλάζει το σινεμά. Ο κινηματογράφος μετράει μόνο 100 χρόνια ζωής και ήδη γίνεται κάτι διαφορετικό από αυτό που ξέραμε.

Δεν είναι κάτι που πρέπει να μας τρομάζει. Τόσο οι νέοι κινηματογραφιστές, όσο και οι παλιότεροι, σαν εμάς, που νιώθουν νέοι πρέπει να μάθουν τη νέα γλώσσα του σινεμά.

Αλλά πιστεύουμε πως η Τέχνη είναι μια ανάγκη του ανθρώπινου είδους. Ο άνθρωπος έχει την ανάγκη να αναπαριστά την πραγματικότητα του, να προσπαθεί να βελτιώσει τη ζωή του και με αυτήν την έννοια ναι η Τέχνη μπορεί να βοηθήσει να κάνουμε τις ζωές μας καλύτερες. 

Για το ποια είναι η αγαπημένη ταινία από τη φιλμογραφία τους

Βιτόριο Ταβιάνι: Η πιο «άσχημη» που έχουμε κάνει. 

Πάολο Ταβιάνι: Αυτή που δεν έχουμε κάνει ακόμη...


2. ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΑΙΝΙΑΣ
[2. - 8. από myfilm]
Πρωταγωνιστούν:
Cosimo Rega ... Cassio
Salvatore Striano ... Bruto
Giovanni Arcuri ... Cesare
Antonio Frasca ... Marcantonio
Juan Dario Bonetti ... Decio
Vincenzo Gallo ... Lucio
Rosario Majorana ... Metello
Francesco De Masi ... Trebonio
Gennaro Solito ... Cinna
Vittorio Parrella ... Casca
Pasquale Crapetti ... Legionär
Francesco Carusone ... Wahrsager
Fabio Rizzuto ... Stratone
Fabio Cavalli ... Theatre Director

Maurilio Giaffreda ... Ottavio
Σκηνοθεσία  Paolo Taviani, Vittorio Taviani
Σενάριο  William Shakespeare (αποσπάσματα από το έργο του "Ιούλιος Κάισαρας"), Paolo Taviani, Vittorio Taviani
Παραγωγή Grazia Volpi
Μουσική Giuliano Taviani, Carmelo Travia
Φωτογραφία Simone Zampagni
Μοντάζ Roberto Perpignani
Casting Fabio Cavalli
Βοηθός Σκηνοθέτη Mimmola Girosi
Εταιρείες Παραγωγής Kaos Cinematografica, Stemal, Entertainment (co-production), Le Talee (co-production), La Ribalta-Centro Studi Enrico, Maria Salerno (co-production), Rai Cinema (co-production)
Διανομή Amafilms (Ελλάδα), Sacher Distribuzione
Ειδικά Εφέ Lip Sync Post (visual effects)
Χρονολογία παραγωγής 2012
Χώρα παραγωγής Ιταλία
Γλώσσα Ιταλικά
Εικόνα Έγχρωμη & Ασπρόμαυρη
Είδος ταινίας Δράμα
Διάρκεια 76'
AKA Caesar Must Die
 
3. Χρυσή Άρκτος Καλύτερης Ταινίας στο 62ο Φεστιβάλ Βερολίνου 2012
Ένας δεσμοφύλακας και ο διευθυντής καλλιτεχνικής αναμόρφωσης συζητούν με τους κρατουμένους για ένα νέο πρότζεκτ, το ανέβασμα του “Ιούλιου Καίσαρα” στη φυλακή. Πρώτα γίνεται το κάστινγκ. Στη συνέχεια μελετάται το κείμενο του Σαίξπηρ. Η παγκόσμια γλώσσα του Σαίξπηρ βοηθά τους ηθοποιούς ν’ ανακαλύψουν τους χαρακτήρες τους. Η πορεία μέχρι το ανέβασμα της παράστασης είναι μεγάλη και συνοδεύεται από άγχος, ελπίδα και παιχνίδι. Αυτά είναι τα συναισθήματα των κρατουμένων-ηθοποιών τη νύχτα στο κελί τους, όταν επιστρέφουν από την ημερήσια πρόβα τους.
Ποιος είναι ο Τζιοβάνι που παίζει τον Καίσαρα; Ποιος είναι ο Σαλβατόρε που υποδύεται τον Βρούτο; Για ποια αδικήματα έχει καταδικαστεί και βρίσκεται στη φυλακή; Όλα αυτά δεν τα κρύβει η ταινία των Ταβιάνι.
Πολλές στιγμές τα πράγματα δεν είναι εύκολα. Η διαδικασία αυτή δεν απελευθερώνει πάντα τους κρατουμένους, οι οποίοι εξακολουθούν να σκέφτονται τον εγκλεισμό τους και αντιδρούν, αγανακτούν, εξεγείρονται. Υπάρχουν φορές που η παράσταση κοντεύει να ακυρωθεί. Και φτάνει η ημέρα της πρεμιέρας. Φοβισμένοι και ανήσυχοι οι ηθοποιοί αντικρίζουν ένα πολυάριθμο και ετερόκλητο κοινό: τροφίμους φυλακών, ηθοποιούς, φοιτητές, σκηνοθέτες.
Ο “Ιούλιος Καίσαρας” τους φέρνει πίσω στη ζωή, τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, στο μικρό θέατρο των φυλακών.
Όμως οι τρόφιμοι μετά επιστρέφουν στα κελιά τους. Ακόμη και ο Κάσιος, ένας από τους κεντρικούς χαρακτήρες του έργου, ένας από τους καλύτερους. Είναι στη φυλακή για χρόνια, όμως αυτή τη νύχτα νιώθει μέσα στο κελί του διαφορετικά, κάπως να δυσφορεί. Και όμως παραμένει εκεί. Γυρίζει, κοιτάζει την κάμερα και μας λέει: “Από τότε που ασχολήθηκα με την τέχνη, αυτό το κελί έχει μετατραπεί όντως σε φυλακή.”

4. ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΑΙΝΙΑ
Αν και διανύουν την όγδοη δεκαετία της ζωής τους, οι Πάολο και Βιτόριο Ταβιάνι εντυπωσίασαν στο φετινό Φεστιβάλ Βερολίνου, ενθουσιάζοντας κοινό, δημοσιογράφους και κριτική επιτροπή, και κερδίζοντας την Χρυσή Αρκούδα και το Βραβείο Οικουμενικής Επιτροπής με την ταινία “Ο Καίσαρας Πρέπει να Πεθάνει”. Έχουν λάβει, ακόμη, τα σημαντικότερα βραβεία στην Ιταλία.
Η ταινία “Ο Καίσαρας Πρέπει να Πεθάνει” ξεκίνησε, όπως υποστηρίζουν οι Πάολο και Βιτόριο, όταν επισκέφθηκαν τη φυλακή Ρεμπίμπια, στα προάστια της Ρώμης και συνάντησαν κρατουμένους που συμμετείχαν σε μια εκδήλωση ποίησης με επίκεντρο αποσπάσματα της “Θείας Κωμωδίας” του Δάντη.
Λίγο καιρό αργότερα επέστρεψαν και ρώτησαν τους κρατουμένους αν ήθελαν να συμμετάσχουν σε μια κινηματογραφική διασκευή του “Ιουλίου Καίσαρα” του Γουίλιαμ Σαίξπηρ. Η απάντηση των κρατουμένων και του υπευθύνου της καλλιτεχνικής τους αναμόρφωσης ήταν άμεση και θετική και έτσι έγινε πραγματικότητα η ταινία.
Και αποτελεί μια μεταφορά όλο συμβολισμούς, ένα πείραμα, το παιχνίδι αναμόρφωσης, ή καλύτερα τον άκρως ιδιαίτερο τρόπο προσέγγισης της ελευθερίας, με φόντο το αληθινό περιβάλλον των φυλακών.
Πως δηλαδή κλείνεται ο ρεαλισμός σε πλαίσια, και μεταγράφεται διαμέσου της τέχνης ενός κλασικού έργου του Σαίξπηρ.
Εντυπωσιακό, ελκυστικό και προκλητικό ντοκιουντράμα, χαρακτήρισε την ταινία των αδελφών Ταβιάνι το έγκριτο περιοδικό Variety.
5. ΣΚΗΝΟΘΕΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ
Μια αγαπημένη φίλη μας εξιστόρησε κάποτε την εμπειρία που είχε από θεατρική παράσταση, λίγα βράδια νωρίτερα. Έκλεγε και μας έλεγε ότι είχε να της συμβεί χρόνια κάτι παρόμοιο. Πήγαμε στο θέατρο, που βρισκόταν στη φυλακή της Ρώμης, Ρεμπίμπια, στην πτέρυγα υψίστης ασφαλείας.
Αφού περάσαμε από πύλες και αντικρίσαμε πολλές κλειστές πόρτες, εντέλει καταλήξαμε σε ένα μικρό θέατρο όπου περίπου 20 τρόφιμοι των φυλακών, μερικοί από τους οποίους έχουν καταδικαστεί σε ισόβια κάθειρξη, συμμετείχαν στο ανέβασμα της “Θείας Κωμωδίας” του Δάντη. Είχαν επιλέξει μερικά αποσπάσματα από την “Κόλαση” και ξαναζούσαν τον πόνο και τα βασανιστήρια του Πάολο και της Φραντσέσκα, του Οδυσσέα και άλλων –που ζούσαν την κόλαση της δικής τους φυλακής.
Ο καθένας μιλούσε στη δική του διάλεκτο, παραλληλίζοντας στιγμές-στιγμές την ποίηση των ιστοριών του Δάντη με τη δική του ζωή. Θυμηθήκαμε τις κουβέντες και τα δάκρυα της φίλης μας. Νιώσαμε την ανάγκη να ανακαλύψουμε μέσω μιας ταινίας μας την ομορφιά αυτών των ερμηνειών που γεννιούνται στα κελιά των φυλακών, από ανθρώπους περιθωριακούς που ζουν μακριά από τον πολιτισμό.
Προτείναμε στον Φάμπιο Καβάλι, υπεύθυνο της καλλιτεχνικής αναμόρφωσης των τροφίμων, να μιλήσει μαζί τους για το ανέβασμα του “Ιούλιου Καίσαρα” του Γουίλιαμ Σαίξπηρ. Συνεργαστήκαμε στενά με τους κρατουμένους: τους κινηματογραφήσαμε στα κελιά τους, στην αυλή της φυλακής, στους υπόλοιπους χώρους της πτέρυγας υψίστης ασφαλείας και φυσικά στη σκηνή του θεάτρου.
Προσπαθήσαμε να αποτυπώσουμε το κοντράστ της σκοτεινής ζωής τους με την ποιητικότητα που αναβλύζει από τα κείμενα και το λόγο του Σαίξπηρ –φιλία και προδοσία, δολοφονία και βασανιστήρια, η τιμή της δύναμης και η αλήθεια. Φτάνοντας βαθιά και εσωτερικά με αυτή τη δουλειά πάνω στο κείμενο του Σαίξπηρ, καταλήξαμε ότι κανείς ανακαλύπτει περισσότερο και καλύτερα τον εαυτό του, ειδικώς όταν αφήνει τη σκηνή και τον κόσμο της ώστε να επιστρέψει στα στενά, περιοριστικά όρια του κελιού του.

6. ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
Πάολο & Βιτόριο Ταβιάνι
«Γνωρίσαμε τον πόνο των κρατουμένων των φυλακών»
Μπορείτε να μας πείτε την ιστορία αυτής της ταινίας;
Όλα συνέβησαν τυχαία, όπως στην παλιότερη ταινία μας “Πατέρας-Αφέντης”, όταν τα πάντα ξεκίνησαν μετά τη συνάντηση μας με τον γεννημένο στη Σαρδηνία βοσκό Γκαβίνο Λέντα.
Αυτή τη φορά -χάρη στην τηλεφωνική συνομιλία μας με μια πολλή καλή μας φίλη- ήρθαμε σε επαφή με έναν κόσμο που γνωρίζαμε μόνο από τις αμερικανικές ταινίες, μια και η Ρεμπίμπια, η φυλακή που βρίσκεται στα προάστια της Ρώμης, λίγο διαφέρει από αυτές που βλέπουμε στην οθόνη.
Ωστόσο, στην πρώτη μας επίσκεψη εκεί, η θλιβερή ατμόσφαιρα της ζωής πίσω από τις σιδερένιες μπάρες είχε δώσει τη θέση της σε μια ενέργεια και έναν καλλιτεχνικό παροξυσμό ενός ποιητικού γεγονότος: κάποιοι από τους κρατουμένους ανέβαζαν αποσπάσματα από την “Κόλαση” του Δάντη.
Εν συνεχεία ανακαλύψαμε ότι πολλοί από αυτούς είναι καταδικασμένοι σε ισόβια κάθειρξη στην πτέρυγα υψίστης ασφαλείας μια και ανήκουν στη Μαφία, την Καμόρα, τη Ντραγκέτα. Αυτό το παίξιμο τους προήλθε από την έντονη ανάγκη τους να πουν την αλήθεια έπειτα κι από την καθοδήγηση του “καλλιτεχνικού” διευθυντή τους, Φάμπιο Καβάλι. Όταν φύγαμε από τη Ρεμπίμπια συνειδητοποιήσαμε αμέσως ότι θέλουμε να μάθουμε περισσότερα για τους ίδιους και την κατάσταση τους.
Έτσι, επιστρέψαμε προτείνοντας στους τροφίμους των φυλακών και τον Καβάλι να συμμετάσχουν στην κινηματογραφική διασκευή του “Ιούλιου Καίσαρα” του Γουίλιαμ Σαίξπηρ. Η απάντηση τους ήταν: “Ξεκινάμε αμέσως!”.
Είναι όλοι οι ηθοποιοί της ταινίας κρατούμενοι στην πραγματικότητα; Όσα συνέβησαν στις οντισιόν, αποτυπώνονται ακριβώς στην ταινία;
Όλοι οι ηθοποιοί στην ταινία ήταν τρόφιμοι της πτέρυγας υψίστης ασφαλείας των φυλακών. Για να γίνουμε πιο συγκεκριμένοι, ο Σαλβατόρε ‘Ζάζα’ Στριάνο -που υποδύεται τον Βρούτο- έχει ήδη εκτίσει την ποινή του στη φυλακή της Ρεμπίμπια.
Είχε καταδικαστεί σε 14 χρόνια και 8 μήνες, και τελικά έκατσε 6 χρόνια και δέκα μήνες, ακολουθώντας τους κανόνες του συστήματος –τώρα πια είναι ελεύθερος πολίτης. Το ίδιο συνέβη και με τον Στρατόνε. Η μόνη διαφορετική περίπτωση είναι αυτή του καθηγητή υποκριτικής στις φυλακές, του Μαουρίλιο Τζιαφρέντα. Όσον αφορά τις οντισιόν, για πολλά χρόνια ακολουθούμε μια πολύ απλή και εξαιρετικά αποτελεσματική μέθοδο: ζητάμε από τους ηθοποιούς να αναπαρουσιαστούν σαν να ανακρίνονται από αξιωματικούς της αστυνομίας.
Στη συνέχεια τους ζητάμε να αποχαιρετήσουν ένα αγαπημένο τους πρόσωπο, δείχνοντας πρώτα πόνο και μετά θυμό. Για την ταινία αυτή, η δουλειά ήταν κάπως πιο απλή: συνεργαστήκαμε με τον Φάμπιο Καβάλι, ο οποίος κι επειδή γνώριζε τους κρατουμένους μας πρότεινε σε μια λίστα ποιους θεωρούσε κατάλληλους για την ταινία. Όσο για τους άλλους, στη διάρκεια της οντισιόν τους προτείναμε, αν δεν θέλουν, να μην αποκαλύψουν τα πραγματικά ονόματα τους για τη διασφάλιση της ιδιωτικότητας τους.
Πραγματικά εντυπωσιαστήκαμε όταν όλοι ανεξαιρέτως χρησιμοποίησαν τα πραγματικά ονόματα τους, των γονιών τους και των τόπων γέννησης τους. Μετά συμπεράναμε ότι το έκαναν καθότι η ταινία γι’ αυτούς είναι ένα μέσο να έρθουν σε επαφή με τους δικούς τους ανθρώπους, οι οποίοι θα μάθουν για τη ζωή τους στη φυλακή. Βλέποντας έναν-έναν να περνάει μπροστά από την κάμερα, γνωρίσαμε ακριβώς την κατάσταση και κυρίως τον πόνο που υπάρχει στη ζωή τους.
Ακολουθήσατε το σενάριο ή βασιστήκατε σε αυτοσχεδιασμούς σαν να γυρίζατε ντοκιμαντέρ;
Ακολουθήσαμε το σενάριο. Γράψαμε ένα σενάριο όπως κάνουμε σε όλες τις ταινίες μας. Μετά, όπως συμβαίνει πάντοτε, στο γύρισμα, με την κάμερα αναμμένη και τους ηθοποιούς να παίζουν, το σενάριο γίνεται διαφορετικό, συνυπολογίζοντας και τις τοποθεσίες, το φως και το σκοτάδι.
Με όλο τον σεβασμό στον Σαίξπηρ (ο οποίος είναι για εμάς ο πατέρας μας, ο αδελφός μας -και ως μεγάλοι πια- ο γιος μας), πήραμε τον “Ιούλιο Καίσαρα”, τον αποδομήσαμε και εν συνεχεία τον ξαναχτίσαμε. Κρατήσαμε το πνεύμα της τραγωδίας, αλλά δουλέψαμε διαφορετικά στο κομμάτι της αφήγησης.
Είναι σαν να δημιουργήσαμε ένα “παιδί” του Σαίξπηρ, που σίγουρα ο ίδιος θα λάτρευε! Επίσης, σημαντική ήταν η βοήθεια του Φάμπιο Καβάλι στη μετάφραση των κειμένων από τις διαφορετικές διαλέκτους που τις έλεγαν οι φυλακισμένοι.
Οι τελευταίοι κατάλαβαν τι ακριβώς θέλαμε να κάνουμε και σε αυτό μας βοήθησαν πολύ, γιατί είπαν πολλές αλήθειες, εξέφρασαν ποικιλία συναισθημάτων και εντέλει απέδωσαν εξαιρετικές και διαφορετικές μεταξύ τους ερμηνείες.
Για να γίνουμε πιο συγκεκριμένοι: ο μάντης, ο Ναπολιτάνος “Πατσαριέλο” ο οποίος φέρνει την παλάμη στη μύτη του ζητώντας από το κοινό να κάνει ησυχία, δεν υπάρχει μες στο σενάριο. Ωστόσο, μας θύμισε έναν από τους πιο τρελούς χαρακτήρες του Σαίξπηρ, τον Τζόρικ, κι αυτό για εμάς ήταν ένα σημάδι. Τον χρησιμοποιήσαμε λοιπόν ως φόρο τιμής στον Σαίξπηρ.
Fabio Cavalli, Casting και Theatre Director
Γιατί διαλέξατε τον “Ιούλιο Καίσαρα” του Σαίξπηρ;
Δεν είχαμε κάτι άλλο στο μυαλό μας εκείνη την περίοδο. Επίσης, η απόφαση μας ήρθε και βάσει των ανθρώπων που θέλαμε να συνεργαστούμε.
Οι κρατούμενοι στη φυλακή Ρεμπίμπια έχουν ένα κοντινό ή μακρινό παρελθόν που πρέπει να λάβεις υπόψη σου. Έχουν ελαττώματα, έχουν πέσει σε παραπτώματα, λάθη, παραβάσεις, έχουν κάνει εγκλήματα και είναι άνθρωποι με διαλυμένες σχέσεις. Ως εκ τούτου θα έπρεπε να επιλέξουμε μια ιστορία με εντελώς αντίθετη κατεύθυνση. Και η ιταλική κινηματογραφική διασκευή του “Ιούλιου Καίσαρα” διαθέτει φιλίες και προδοσίες, δύναμη, ελευθερία και πολλές αμφιβολίες. Και φόνο, επίσης.
Πολλοί από τους κρατουμένους-ηθοποιούς μας ήταν κάποτε “άντρες με τιμή”, γεγονός που δεν άλλαξε ακόμη και αν βρέθηκαν στη φυλακή.
Θυμόμαστε χαρακτηριστικά όταν ζητήσαμε από αυτόν που υποδύεται τον δολοφόνο του Καίσαρα να δείξει τον ίδιο και απαράμιλλο θυμό για να σκοτώσει. Λίγα δευτερόλεπτα αργότερα συνειδητοποιήσαμε τι είχαμε πει και τι οδηγίες είχαμε δώσει.
Αυτοί οι ηθοποιοί ήξεραν πολύ καλά το οτιδήποτε υπήρχε στο έργο, από την ίδια τους τη ζωή, πριν καν τους το πούμε εμείς ως σκηνοθετική οδηγία.
Έτσι, αποφασίσαμε να τους ακολουθήσουμε μέρες και νύχτες στα κελιά τους, στις καθημερινές ασχολίες τους, στους περιπάτους και τον ελεύθερο χρόνο τους, στα επισκεπτήρια που δέχονται κ.ά.
Πως δουλέψατε με τον Φάμπιο Καβάλι;
Για να καταλάβεις τη συνεργασία μας και τον ενθουσιασμό του Φάμπιο, θα σου πούμε πως αντέδρασε όταν συζητήσαμε για πρώτη φορά μαζί του την ιδέα μας για την ταινία. “Θα μπορούσατε να γυρίσατε τη Μάχη των Φιλίππων στα λιβάδια πίσω από τη φυλακή. Πιστεύω πως ο διευθυντής θα επέτρεπε σε όλους τους κρατουμένους να συμμετάσχουν.”
Βέβαια δεν ήταν αυτή η δική μας οπτική πάνω στην ταινία, κάτι που ο Φάμπιο αποδέχτηκε και χάρη στην ευγένεια και ευαισθησία που διαθέτει αλλά και τις γνώσεις πάνω στις τέχνες και τα θεάματα, μας βοήθησε πολύ.
Όταν του περιγράψαμε τη σεναριακή μας ιδέα, συνέδραμε στη συγγραφή. Μας έδειξε ακόμη μυστικά μέρη των φυλακών που ίσως θα θέλαμε να δούμε, μας έφερνε σε επαφή με τους κρατουμένους, ενώ μας σύστηνε εκείνους που πίστευε ότι ταίριαζαν σε συγκεκριμένους ρόλους. Βοήθησε πολύ και στη συγκρότηση ομάδων φυλακισμένων για τα γυρίσματα αλλά και στις σκηνές που ανεβαίνει η παράσταση στο θέατρο των φυλακών.
Στο τέλος έκανε κάτι ακόμα καλύτερο: έδωσε στον εαυτό του το ρόλο του καλλιτεχνικού διευθυντή της παράστασης και έπαιξε στην ταινία μαζί με τους τροφίμους των φυλακών λέγοντας τους: “Μέχρι σήμερα ήμουν ο υπεύθυνος για την καλλιτεχνική σας αναμόρφωση. Από τώρα όμως οι αδελφοί Ταβιάνι μας σκηνοθετούν, και εμείς θα βλέπουμε στο σινεμά τους εαυτούς μας να παίζουν μιλώντας διαφορετικές διαλέκτους.”

Γιατί αποφασίσατε να παίζουν οι ηθοποιοί, μιλώντας διαφορετικές διαλέκτους;
Για αρκετούς μήνες πριν τα γυρίσματα πηγαίναμε πολύ συχνά στη Ρεμπίμπια.
Σε αυτές τις επισκέψεις μας, κατά τα περάσματα μας από τους διαδρόμους της πτέρυγας υψίστης ασφαλείας, είδαμε πολλούς φυλακισμένους, νεαρούς και γηραιότερους, να ξαπλώνουν για ώρες στο κρεβάτι τους και να μη λένε κουβέντα. Αυτό μας είχε κάνει μεγάλη εντύπωση.
Κάποιο πρωινό, σε ένα μεγαλύτερο κελί, διαπιστώνουμε ότι μια ομάδα δέκα περίπου αντρών κάθεται σε ένα μεγάλο τραπέζι πάνω από ένα πακέτο με έγγραφα. Αυτό ήταν το σενάριο μας, και εκείνοι οι άντρες του μελετούσαν και το μετέφραζαν στις διάφορες διαλέκτους, που ομιλούνταν στις φυλακές –Ναπολιτάνικα, Σικελικά, Απουλιανά κ.ά-, προφανώς καθοδηγούμενοι από τον Φάμπιο και τον Κόσιμο Ρέγκα (παίζει τον Κάσιο). Και στη συνέχεια, στις οντισιόν, μας άρεσε να ακούμε τον Πρόσπερο και την Άριελ να μιλούν Ναπολιτάνικα, τον Ρωμαίο και τον Πολώνιο να ψιθυρίζουν, να φωνάζουν και να καταριούνται στα Σικελικά ή στα Απουλιανά…
Διαπιστώσαμε λοιπόν ότι αυτές οι διαφορετικές λεκτικές αποδόσεις της τραγωδίας λένε μια νέα αλήθεια για την ουσία του κειμένου. Κι αυτή η αλήθεια ανακαλύπτεται από τον κάθε τρόφιμο ο οποίος μπορεί να επικοινωνήσει στη γλώσσα του, ανακαλύπτοντας έτσι τον εαυτό του και παραλληλίζοντας τα γεγονότα του έργου με τη ζωή του.
Η ταινία έχει γυριστεί εξ ολοκλήρου στη φυλακή; Υπήρχαν περιορισμοί από τη διοίκηση των φυλακών για τα όρια της κινηματογράφησης;
Η ταινία γυρίστηκε ολόκληρη στη Ρεμπίμπια. Τα γυρίσματα κράτησαν τέσσερις εβδομάδες, από το πρωί έως το βράδυ. Ήμασταν εξαντλημένοι αλλά ενθουσιασμένοι. Λέγαμε: “Έχουμε την ίδια όρεξη όπως στις πρώτες μας ταινίες”. Όσο για την κινηματογράφηση μας, είχαμε απόλυτη ελευθερία. Μπορούσαμε να γυρίσουμε όλους τους χώρους, από την αυλή μέχρι τη βιβλιοθήκη, με μια μόνο εξαίρεση: Να μην ασχοληθούμε καθόλου με τους κρατουμένους που ήταν στην απομόνωση. Επίσης σταματούσαμε το γύρισμα όταν οι φυλακισμένοι που δεν συμμετείχαν στην ταινία έβγαιναν από τα κελιά τους προκειμένου να φάνε, να δουλέψουν, να πλυθούν ή να κάνουν τις δραστηριότητες τους.
Η ταινία έλαβε χώρα σε ένα μέρος όπου αναπτύσσονται φιλίες αλλά και έχθρες. Εν γένει σε ένα ευαίσθητο μέρος. Οι φύλακες μας έλεγαν να μην τους πλησιάζουμε και να μην αναπτύσσουμε σχέσεις μαζί τους. Και ενώ υπήρχαν στιγμές που νιώθαμε γι’ αυτούς συμπάθεια και συμπαράσταση, ακόμη και φιλία, υπήρχαν κι άλλες που καταλαβαίναμε ότι θα πρέπει να σεβαστούμε τις οικογένειες τους κι αυτούς που είχαν βλάψει με τα εγκλήματα τους.
Πάντως, με την ολοκλήρωση του φιλμ τα πράγματα ήταν πολύ δύσκολα, καθώς αποχωρήσαμε από τη φυλακή με βαριά καρδιά και οι ίδιοι οι κρατούμενοι μας αποχαιρέτησαν με δυσκολία. Μάλιστα, ο Κόσιμο Ρέγκα, που υποδύεται τον Κάσιο, μας φώναξε κατά την έξοδο μας: “Πάολο και Βιτόριο, μετά από αυτό το φιλμ τίποτα δεν θα είναι το ίδιο”.
Γιατί αποφασίσατε να γυρίσετε το μεγαλύτερο μέρος της ταινίας σε ασπρόμαυρο;
Επειδή το χρώμα προσδίδει ρεαλισμό ενώ το ασπρόμαυρο όχι. Αν και η ταινία είναι μια πραγματικότητα, αυτή η δήλωση μας αντιπροσωπεύει.
Κάποια στιγμή στη φυλακή διαπιστώσαμε ότι δεν θέλαμε να αποδώσουμε έναν τηλεοπτικό νατουραλισμό κι έτσι με το ασπρόμαυρο νιώσαμε ελεύθεροι να κινηματογραφήσουμε αυτόν τον “παράλογο” κόσμο της φυλακής της Ρεμπίμπια, όπου ο Καίσαρας δεν σκοτώθηκε στο αρχαίο σκηνικό της Ρώμης αλλά στους μικρούς θαλάμους όπου οι τρόφιμοι ξοδεύουν τον απεριόριστο ελεύθερο χρόνο τους.
Με το ασπρόμαυρο νιώσαμε ελεύθεροι να κινηματογραφήσουμε τον Βρούτο στο κελί του να υποφέρει και να μονολογεί με πάθος: “Ο Καίσαρας πρέπει να Πεθάνει”. Επιλέξαμε ισχυρές και βίαιες εικόνες που στο τέλος χάνονται μες στη χαρά και την επιτυχία των κρατουμένων-ηθοποιών.
Αλλά η επιλογή βασίστηκε και στη αφήγηση της ιστορίας, στην πορεία του χρόνου και σε ένα πιο εύκολο και κατανοητό φλασμπάκ. Δεν πρόκειται για μια καινοτόμα επιλογή, όμως μας αρέσει να δουλεύουμε και με δοκιμασμένες πρακτικές.
Ας μιλήσουμε για το σάουντρακ της ταινίας και τους συνθέτες.
Όπως πάντα στείλαμε στους μουσικούς το σενάριο, πριν ακόμα τελειώσει. Βέβαια την απόφαση τους την πήρανε μόλις μας επισκεφτήκανε στα γυρίσματα, στη φυλακή Ρεμπίμπια, και είδαν και ένιωσαν από κοντά τη δύναμη, την ενέργεια και τον παλμό αυτής της ταινίας. Τότε αποφασίσανε ότι η μουσική πρέπει να είναι λιγοστή, επικεντρωμένη σε μερικά όργανα όπως το σαξόφωνο, αλλά πολλή δυνατή.
Όσον αφορά τον Τζιουλιάνο Ταβιάνι. Πριν 20 χρόνια είχε πει: “Δεδομένου ότι είμαι ο γιος σας και ο ανιψιός σας, αυτόματα με θέτει εκτός οποιασδήποτε συνεργασίας μου μαζί σας”. Χρειάστηκε να περάσουν 26 ταινίες που έφτιαξε τη μουσική τους, και οι δικές μας παραγωγές με τους Μορικόνε και Πιοβάνι, ώστε να συνεργαστούμε μαζί.
Απόφαση του ακόμη ήταν να συνθέσουν μαζί με τον ταλαντούχο πιανίστα Καρμέλο Τράβια, ένα αποτέλεσμα που δικαιώνει τις προσδοκίες ολονών μας.
7. ΦΕΣΤΙΒΑΛ | ΒΡΑΒΕΙΑ | ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ
Ο “Καίσαρας Πρέπει να Πεθάνει” προβλήθηκε τον Φεβρουάριο του 2012 στο Φεστιβάλ Βερολίνου, όπου προκάλεσε αίσθηση στο κοινό και συζητήθηκε εντόνως από δημοσιογράφους, κριτικούς κινηματογράφου και κινηματογραφιστές. Κέρδισε την Χρυσή Αρκούδα Καλύτερης Ταινίας και το Βραβείο της Οικουμενικής Επιτροπής, προκαλώντας συζητήσεις για τη μεγαλειώδη επιστροφή τους.
Με τον Νάνι Μορέτι
Η ταινία βέβαια διακρίθηκε και στα εγχώρια βραβεία στην Ιταλία. Στα David di Donatello ήταν υποψήφια σε οχτώ κατηγορίες, κερδίζοντας εκείνα της Καλύτερης Ταινίας, Σκηνοθεσίας, Παραγωγής, Μοντάζ και Ήχου. Ήταν επίσης υποψήφια στις κατηγορίες Καλύτερης Ταινίας και Σκηνοθεσίας στις ιταλικές Χρυσές Σφαίρες. Ενώ στα βραβεία της Ένωσης Ιταλών Δημοσιογράφων κέρδισε την Ασημένια Κορδέλα της χρονιάς.
8. ΠΑΟΛΟ & ΒΙΤΟΡΙΟ ΤΑΒΙΑΝΙ
Βιογραφικό Σημείωμα
Ιταλοί σκηνοθέτες και σεναριογράφοι. Ο Πάολο είναι 81 και ο Βιτόριο 83 ετών. Γεννήθηκαν στο χωριό Σαν Μινιάτο της Τοσκάνης. Σπούδασαν στο Πανεπιστήμιο της Πίζας, μουσικολογία και ιστορία της τέχνης ο Πάολο και νομική ο Βιτόριο, αλλά στράφηκαν γρήγορα στον κινηματογράφο. Μεγάλη τους επιρροή θεωρείται ο Ρομπέρτο Ροσελίνι, του οποίου αργότερα υπήρξαν βοηθοί.
Αρχικά ασχολήθηκαν με την κριτική κινηματογράφου και τη δημιουργία κινηματογραφικών λεσχών στην περιοχή τους. Στη συνέχεια υπήρξαν σκηνοθέτες πολλών ντοκιμαντέρ για την ιταλική τηλεόραση, ενώ γύρισαν και μικρού μήκους ταινίες.

Πρώτη τους ταινία είναι το ντοκιμαντέρ μικρού μήκους “Σαν Μινιάτο” (συνεργάστηκαν στο σενάριο οι Βαλεντίνο Ορσίνι και Τσέζαρε Ζαβατίνι), με θέμα τη ναζιστική θηριωδία που έπληξε το χωριό τους. Το ίδιο θέμα θα τους απασχολήσει αργότερα στην ταινία “Η Νύχτα του Σαν Λορέντζο”.
Το 1962 πραγματοποίησαν το ντεμπούτο τους με τη μεγάλου μήκους ταινία “Ένας άντρας στην Πυρά”, σε συσκηνοθεσία με τον Βαλεντίνο Ορσίνι. Η συνεργασία τους συνεχίστηκε και στην επόμενη ταινία, τους “Παράνομους του Έρωτα”.
Διακρίνονται για το νεορεαλιστικό τους στυλ, μια και προσλαμβάνουν ερασιτέχνες ηθοποιούς και χρησιμοποιούν το φυσικό φως. Το στυλ αυτό, αρκετά χρόνια αργότερα, το εγκαταλείπουν καθότι εμπόδιζε το καλλιτεχνικό τους όραμα, όπως οι ίδιοι είχαν δηλώσει. Κάθε ταινία των Ταβιάνι μοιάζει σαν ένα κεφάλαιο ενός μεγάλου βιβλίου, που συγγράφουν οι ίδιοι από τις αρχές της δεκαετίας του 1960.
Βαθιά επηρεασμένοι από τις αντιφασιστικές απόψεις και τους διωγμούς που υπέστη ο δικηγόρος πατέρας τους, οι ταινίες τους είναι σε ένα βαθμό αυτοβιογραφικές και εστιάζουν στη βία και την αδικία που υφίστανται οι αδύναμοι και αθώοι. Ένα άλλο κομμάτι που τους απασχολεί είναι να εξετάζουν τον καθοριστικό ρόλο της θρησκείας και της παράδοσης στη ζωή των ανθρώπων.
Ακόμη, διακρίνονται για το ημι-ντοκιμαντερίστικο στυλ τους, που αποτυπώνεται ξεκάθαρα και στην τελευταία μεγάλη επιτυχία τους, “Ο Καίσαρας πρέπει να Πεθάνει”. Επίσης, ο φιλοσοφικός τους στοχασμός και η μαρξιστική, ουμανιστική και επαναστατική τους ματιά, αποτελούν σημαντικά στοιχεία στην κινηματογράφηση τους. Η αισθητική τους είναι επηρεασμένη από μουσικές φόρμες, και χρησιμοποιούν ως κύριο αφηγηματικό μέσο την ποιητική αλληγορία.

Έχουν γυρίσει περισσότερες από 20 ταινίες για την τηλεόραση και τον κινηματογράφο από τη δεκαετία του 1960, και συνεχίζουν ακόμη, με αποκορύφωμα τη φετινή βράβευση τους στο Φεστιβάλ Βερολίνου με τη Χρυσή Αρκούδα Καλύτερης Ταινίας για το ντοκιουντράμα “Ο Καίσαρας πρέπει να πεθάνει”. Είναι “υπεύθυνοι” για μερικές από τις καλύτερες ταινίες του ευρωπαϊκού κινηματογράφου του 20ου αιώνα.
Θεωρούνται οι τελευταίοι μεγάλοι auteurs του άλλοτε κραταιού ιταλικού κινηματογράφου. Έχουν κερδίσει στην καριέρα τους βραβεία στα Φεστιβάλ Καννών (μεταξύ άλλων, τον Χρυσό Φοίνικα για τον “Πατέρα Αφέντη”), Βενετίας (τιμήθηκαν το 1986 με το Χρυσό Λιοντάρι για το σύνολο της καριέρας τους), Βερολίνου, Μόντρεαλ, Μόσχας, Βαγιαδολίδ, κ.ά.

Οι Ανατρεπτικοί (TV, 1966)
9. Φιλμογραφία
Cesare Deve Morire (Ο Καίσαρας πρέπει να Πεθάνει, 2012)
La masseria delle allodole (Το Σπίτι με τους Κορυδαλλούς, 2007) Παθ Βέγκα, Άντζελα Μολίνα, Αρσινέ Καντζιάν, Τσέκι Κάριο, Αντρέ Ντισολιέ
Luisa Sanfelice (TV, 2004) Λετίτσια κάστα
Resurrezione (TV, 2001) Στεφανία ρόκα, Μαρίνα Βλαντί, Αντονέλα Ποντζιάνι
Tu Riddi (1998) Αντόνιο Αλμπανέζε, Σαμπρίνα Φερίλι, Λούκα Τζινγκαρέτι, Ντάριο Κονταρέλι 
Affinitia elettive (Εκλεκτικές Συγγένειες, 1996) Ιζαμπέλ Ιπέρ, Ζαν-Ινγκ Ανγκλάντ, Φαμπρίτσιο Μπεντιβόλιο, Μαρί Ζιλέν
Fiorile (Φιορίλε, 1993) Κλαούντιο Μπιγκάλι, Γκαλατέα Ραντζι, Μίκαελ Βαρτάν, Κιάρα Καζέλι

Il sole anche di notte (1990) Τζούλιαν Σαντς, Σαρλοτ Γκένσμπουργκ, Ναστάζια κίνσκι, Μασιμο Μπονέτι, Μαργαρίτα Λοτζάνο
Good Morning Babilonia (Καλημέα Βαβυλώνα, 1987) Βιντεντ Σπάνο, Ζοακίμ Ντε Αλμέιντα, Γκρέτα Σκάκι, Ντεζιρέ Μπέκερ, Ομέρο Αντονούτι
Kaos (Χάος, 1984) Ομέρο Αντονούτι, Μαργαρίτα Λοτζάνο, Μπιάτζιο Μπαρόνε, Ρετζίνα Μπιάνκι, Φράνκο Φράνκι, Τσίτσιο Ινγκρατσία
La notte di San Lorenzo (Η Νύχτα του Σαν Λορέντζο, 1982)
Ομέρο Αντονούτι, Μαργαρίτα Λοτζάνο, Σαμπίνα βανούτσι, Μάσιμο Μπονέτι, Νόρμα Μαρτέλι, Ενρίκα Mαρία Μοντούνιο
Il prato (Το λιβάδι, 1979) Ισαμπέλα Ροσελίνι, Σαβέριο Μαρκόνι,Μικέλε Πλάσιντο
Padre Padrone (Πατέρας Αφέντης, 1977) Ομέρο Αντονούτι, Σαβέριο Μαρκόνι, Μαρτσέλα Μικελάντζελι, Φαμπρίτσιο Φόρτε
Allonsanfan (Αλοζανφάν, 1974) μαρτσέλο Μαστρογιάνι, Μίμσι Φάρμερ, Λέα μασάρι, Λάουρα Μπέτι, Κλαούντιο Καζινέλι 
San Michele aveva un gallo (Σαν Μικέλε, 1971) Τζούλιο Μπρότζι, Σάμι Παβέλ, Ρενάτο Σκάρπα, Βιρτζίνια Κουφίνι
Sotto il segno dello scorpione (Κάτω από τον αστερισμό του Σκορπιού, 1969) Τζιαν Μαρία Βολοντέ, Τζούλιο Μπρότζι, Λουτσία Μποζέ
I Sovversivi (TV: Οι Ανατρεπτικοί, 1966) Τζούλιο Μπρότζι, Μαρίζα Τονόβσκιτς, Λούτσιο Ντάλα, φερούτσιο Ντε Κερέζα
I fuorilegge del matrimonio (1963) ούγκο Τονιάτσι, Γκαμπριέλα Τζορτζέλι, Ανί Ζιραντό. Σ-σκ: Βαλέριο Ορσίνι 
Un uomo da bruciare - 1962 Τζιαν Μαρία Βολοντέ, Ντίζι Περέτζο, Τούρι Φέρο. Σ-σκ: Βαλέριο Ορσίνι
L' Italia non e un pavese povero - 1960 ντοκιμαντέρ σε συνεργασία με τον Γιόρις Ίβενς

(Στάθης Βαλούκος, Ιστορία του Κινηματογράφου, Β τόμος - Οι Δημιουργοί και IMDb)
Το ΣΙΝΕΜΑ της Μποτίλιας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.